Γράφει ο Νίκος Μπουρλάκης
Ο Γιαν- Γιαν πίστεψε ότι με έβαλε σε σκέψεις όταν μου ζήτησε να του γράψω το πιο συναρπαστικό ταξίδι (μπασκετικό βέβαια) που έχω κάνει. Ηταν πολύ εύκολο να μου έρθει στο μυαλο κάτι που συνέβη προ εικοσαετίας περίπου. Κι όμως, δεν έχει να κάνει με κάποιο φάιναλ φορ αλλά με έναν αγώνα σκέτη ρουτίνα για την Κανονική Περίοδο της Ευρωλίγκας.
Πιστέψτε με, όσοι μπείτε στον κόπο να το διαβάσετε, δεν υπερβάλλω ούτε σε ένα σημείο. ΟΥΤΕ ΣΕ ΕΝΑ!
Ηταν η σεζόν 1998-1999, αρχές Γενάρη όταν με την αποστολή του Παναθηναϊκού αρχίσαμε το μακρύ ταξίδι προς το Σάρατοβ, μια πόλη που απέχει 750 χιλιόμετρα από την Μόσχα και είναι χτισμένη στις όχθες του Βόλγα.
Ως εμπειρία φαινόταν ενδιαφέρουσα. Ειδικά όταν είδαμε το ΠΟΛΥΤΕΛΕΣΤΑΤΟ ρώσικο αεροσκάφος που είχε ναυλώσει ο Παναθηναϊκός. Χωρισμένο σε…δωματιάκια, με σέρβις σε γυάλινα πιάτα και ασημένια πιρούνια αλλά και γυάλινα ποτήρια που γίνονταν…κολονάτα αν έπαιρνες κρασί και διάφορες πολυτέλειες! Χλιδή…
Μετά από ένα μακρύ αλλά ήρεμο ταξίδι και με έναν ψηλό Ρώσο με τεράστια γυαλιά να ερχεται διαρκώς και να μας λέει «Everything is OK my friends» προσγειωθήκαμε. Είχαμε γράψει και τα χαρτάκια για την είσοδο στην Ρωσία και ως δια μαγείας ο τελωνειακός έλεγχος ολοκληρώθηκε σε 20 λεπτά! Απαραίτητη η επισήμανση διότι κάτω από 90 λεπτά δεν έπαιρνε η φάση άλλες φορές!!!
Πήγαμε λοιπόν στον χώρο του μικρού αεροδρομίου όπου έρχονταν οι αποσκευές. Ερχονταν; Ποτέ… Περιμέναμε, περιμέναμε, περιμέναμε και μόνο περιμέναμε. Το αεροδρόμιο εκτός από βρώμικο ήταν και έρημο. Που και που άνοιγε κάποια πόρτα και εμφανιζόταν κάποιος υπάλληλος που γρήγορα χανόταν σε άλλο γραφείο!
Τελικά μετά από αρκετή ώρα κι αφού καταφέραμε να συνεννοηθούμε ενημερωθήκαμε ότι δεν βρισκόμασταν στο Σάρατοβ αλλά στο Βορονέζ διότι εκεί έπρεπε να περάσεις έλεγχο διαβατηρίων. Αρα σε λίγη ώρα θα γινόταν επιβίβαση στο αεροπλάνο μας και θα πετούσαμε προς Σάρατοβ (καμία ώρα πτήση).
Αφού πέρασε περισσότερη ώρα (και δεν φεύγαμε) μάθαμε ότι λόγω κακοκαιρίας δεν θα προσγειωνόμασταν στο πολιτικό αλλά στο στρατιωτικό αεροδρόμιο που ήταν μεγαλύτερο. «Δεν χωράει το μεγάλο αεροπλάνο» μας είπαν «με τέτοια κακοκαιρία δεν θα είναι ασφαλές».
Ωραία… Θα πηγαίναμε στο στρατιωτικό! Αφού ΔΕΝ φεύγαμε έφτασε νέα ενημέρωση. Στο στρατιωτικό αεροδρόμιο του Σάρατοβ είχε αλλάξει ο υπεύθυνος βάρδιας ο οποίος απαγόρευσε την προσγειώσή μας επειδή «στην πτήση θα βρίσκονταν δημοσιογράφοι και φωτογράφοι».
Τι θα κάναμε; Βρέθηκε η λύση…
Θα επιβιβαζόμασταν ανά 20 (ήμασταν 40 άτομα συνολικά) σε δύο 20θέσια Αντόνοφ! Πρώτα θα απογειωνόταν το Τουπόλεφ με την ομάδα και τους προπονητές και μετά το άλλο με τους υπόλοιπους.
Αφού οι καημένοι οι άνθρωποι του Παναθηναϊκού έβγαλαν τις αποσκευές από το μεγάλο αεροσκάφος για να τις μεταφέρουν στα Αντόνοφ, με το χιόνι να φτάνει ως τη μέση τους -με δεδομένο ότι ένα όχημα που προμήθευσε το αεροδρόμιο για το σκοπό αυτό δεν κατάφερε λόγω έλλειψης καυσίμων να πάει πάνω από 5 μέτρα (!!!) -έφτασε η πολυπόθητη ώρα της απογείωσης του πρώτου αεροσκάφους. Θυμάμαι ότι πήγαμε κοντά στο τζάμι να απολαύσουμε την απογείωση οσοι θα φεύγαμε με τη δεύτερη δόση και είδαμε (ενώ ολη η ομάδα είχε επιβιβαστεί στο αεροσκάφος) κάτι τύπους με φακούς να ελέγχουν πριν την πτήση… «Θα πέσουμεεεεεεεεεε» άρχισε να μου φωνάζει ο συνάδελφος, Βαγγέλης Ζορμπάς, πιάνοντας το κεφάλι του.
Τελικά πέταξαν και μετά πετάξαμε κι εμείς. Φτάσαμε στο Σάρατοβ (επιτέλους) και στο ξενοδοχείο μας που περισσότερο έμοιαζε με πανσιόν δεκαετίας του ’30. Στο δωμάτιο που μοιραζόμουν με τον Χρήστο Κοντό της ΕΡΑ ΣΠΟΡ υπήρχε ένα κρεβάτι κι ένα καναπεδάκι με λουλουδάτο ριχτάρι που γινόταν το (δεύτερο) κρεβάτι.
Μετά από λίγο κάναμε την πρώτη ανακάλυψη: Δεν μπορούσες να πάρεις τηλέφωνο απευθείας. Επρεπε μέσω της ρεσεψιόν να καλέσεις τον….ΟΤΕ Σάρατοβ, να δώσεις το νούμερο και τον αριθμό του δωματίου σου κι εκείνοι (αν γούσταραν) θα καλούσαν και θα σου έστελναν τη γραμμή στο ξενοδοχείο! Η αλήθεια είναι ότι γραμμή δεν πιάσαμε ποτέ…
Το πρώτο σοκ ήρθε στην επιθυμία μας για φαγητό (η ομάδα είχε μεριμνήσει για τρόφιμα ενώ είχε πάρει και Γάλλο Σεφ μαζί της διότι δεν υπήρχε λόγος να ρισκάρει). Κατεβήκαμε όταν 2-3 μεθυσμένοι τύποι που κάθονταν στο τραπέζι με άλλους 3-4 άντρες (άπαντες με χρυσά δόντια και γούνες) και ΜΙΑ (μόνο μία) πανέμορφη ξανθιά κοπέλα, μας κάλεσαν. Δεν έβλεπαν την τύφλα τους και συνέχεια έκαναν προπόσεις υπέρ της ελληνορωσικής φιλίας. Μαθαμε ότι ήταν τραπεζίτες του Σαρατοβ. Στην πρόσκληση του αρχηγού της παρέας «You Greek friends come to my home to continue» αρχίσαμε διακριτικά να αποχωρούμε… Δεν υπήρχε νόημα…. Ούτε λόγος.
Κοιμηθήκαμε, ξυπνήσαμε, φάγαμε, ήρθε η ωρα του αγώνα. Εγινε κι αυτός, νίκησε ο Παναθηναϊκός και πάω προς τον τότε προπονητή, Λευτέρη Σούμποτιτς και του λέω: «Μπράβο ρε Πίξι, φέτος δεν έχασες από τον πρόεδρο».
Σημείωση: Την προηγούμενη χρονιά, σε αδιάφορο αγώνα, ο Παναθηναϊκός είχε χάσει από την Σάρατοβ (στη Μόσχα) που την καθοδηγούσε ο…πρόεδρος που είχε απολύσει τον προπονητή την προηγούμενη μέρα.
«Γελάς;» μου λέει ο «Πίξι» και πετάει τη βόμβα: «Κάτσε άλλη μια μέρα εδώ γιατί δεν μπορούμε να φύγουμε λόγω κακοκαιρίας». Είχε υπολογιστεί αναχώρηση αμέσως μετά τον αγώνα αλλά δεν γινόταν. Στο ξενοδοχείο ο μάγειρας ό,τι κρέας υπήρχε το έδωσε φυσικά στους παίκτες, οι υπόλοιποι βολευτήκαμε με αυγά που βέβαια εκείνη την ώρα ηταν το ωραιότερο φαγητό που είχαμε φάει ποτέ.
Το βράδυ με τον αείμνηστο Τάσσο Στεφάνου, ξεκινήσαμε να πάμε μια βόλτα… Βλέπαμε στον παγωμένο Βόλγα τους Ρώσους με βότκες να κάνουν πατινάζ και να γιορτάζουν τα Χριστούγεννα (Παλαιοημερολογίτες) όταν ξαφνικά τρομάξαμε: Μια τεράστια σκια μας σκέπαζε. Τελικά ηταν ο Πάτρικ Μπερκ που είχε βγει για τζόκινγκ παρέα με τον Νίκο Μπουντούρη…
Την επόμενη μερα το πρωί είχαμε νέα ενημέρωση: Το αεροσκάφος είναι στο Μινσκ. «Δεν μπορεί να προσγειωθεί στο πολιτικό αεροδρόμιο για τους λόγους που ξέρετε οπότε πρέπει να ξαναμπείτε στα Αντόνοφ, σε 2 δόσεις, να πάτε στην πόλη Μπέλγκοροντ για να περάσετε έλεγχο διαβατηρίων». Εκεί θα βρισκόταν και το πολυτελές μας αεροσκάφος για την πτήση προς Αθήνα. Ωραια… Μετά το Βορονέζ θα γνωρίζαμε και το Μπέλγκοροντ.
Φτάσαμε στο Μπέλγκοροντ, ένα αεροδρόμιο έρημο με τοιχογραφίες από την εποχή της Οκτωβριανής Επανάστασης. Με τον Κώστα Παταβούκα αναπτύξαμε την ιδέα να πάρουμε καφέ καθώς υπήρχε κάτι σαν μπαρ εκεί!!! Με σιγουριά λέω ακόμα και τώρα ότι ηταν ο χειρότερος καφές που έχω πιει ποτέ.
Η διαδικασία προχωρούσε… Αργά, αλλά προχωρούσε. Υπό την επίβλεψη μιας υπερβολικά ευτραφούς αξιωματικού, με γούνινο καπέλο και τρία αστέρια κάναμε όλα τα απαραίτητα. Εκείνη έλεγχε τα διαβατήρια, εκείνη έπαιρνε και ζύγιζε τις τσάντες, εκείνη μας έδινε ένα δερμάτινο καρτελάκι πριν μας οδηγήσει σε μια αίθουσα από…ελενίτ που με -20 βαθμούς έξω ήταν ό,τι πιο κρύο υπήρχε.
Ήρθε η πολυπόθητη ώρα της επιβίβασης. Η αυστηρή αξιωματικός πήγε στην πόρτα και μας έκανε νόημα να προχωρήσουμε. Της δίναμε το δερμάτινο καρτελάκι κι εκείνη μας επέτρεπε να περάσουμε προς το απαρχαιωμένο κίτρινο πουλμανάκι που θα μας οδηγούσε στο αεροσκάφος. Όλοι είχαμε μπει στο πούλμαν και είχε μείνει τελευταίος ο Νίκος Μπουντούρης. Η άγρια αξιωματικός του ζήτησε το καρτελάκι, ο Νίκος έψαχνε τις τσέπες αλλά δεν το έβρισκε. Η αξιωματικός του κάνει ένα STOP με άγριο τόνο και όλοι βάζουμε τα γέλια!!! Τελικά το βρήκε και της το έδωσε, άρα εξασφάλισε την αποχώρησή του από το Μπέλγκοροντ αλλιώς την επόμενη χρονιά θα έπαιζε σίγουρα στην Σάρατοβ.
Ναι… Απογειωθήκαμε! Μετά από περίπου τέσσερις ώρες πτήσεις όπου παραμένουμε βουβοί και προσπαθούμε να συνειδητοποιήσουμε τι έγινε αυτό το τριήμερο, ο Ρώσος με τον σβέρκο και τα τεράστια γυαλιά έρχεται και μας λέει με την χοντρή φωνή του: «My friends.. No problem».
Ακόμα θυμάμαι ότι το αεροσκάφος καθώς βλέπαμε την Αθήνα από ψηλά, σείστηκε από τα γέλια…