Από τον Θανάση Ασπρούλια
Ο Θανάσης Ασπρούλιας, γνωστός δημοσιογράφος, που από την ηλικία των 11 χρόνωνμ έχει ζήσει τα πάντα και με τους σπουδαιότερους παίκτες μέσα από τα αποδυτήρια, σήμερα εκτός της δημοσιογραφικής ιδιότητάς μου, έχει δημιουργήσει και την MVPublications, εκδίδοντας βιβλία, που αφορούν σπουδαία πρόσωπα, τις ιστορίες τους, τα κατορθώματά τους! Γνωρίζοντας πολλά από τα παρασκήνια, και έχοντας ζήσει πολλά περισσότερα, ο Γιάννης Γιαννούλης του ζήτησε για το G-Point.gr, να μοιραστεί μαζί σας, μία δική του εμπειρία, κάτι που θα το θυμάται για όλη του τη ζωή… Δείτε λοιπόν πώς ο πρωταθλητής Ευρώπης στο μπάσκετ ,Νίκος Ζήσης, έφτασε να πάρει συνέντευξη από τον Παγκόσμιο πρωταθλητή στο ποδόσφαιρο, Αλεσσάντρο Ντελ Πιέρο, και ποια ήταν η θεαματική κατάληξη αυτής, που ο Θανάσης Ασπρούλιας, δεν πρόκειται να ξεχάσει ποτέ!
Διαβάστε τη συνέχεια από τον Θανάση Ασπρούλια!
“Καλησπέρα σε όλους…
Βράδυ, αργά ήταν ο Γιάννης με πήρε τηλέφωνο και μου ζήτησε να τους αραδιάσω μερικές λέξεις για το παρασκήνιο μίας δημοσιογραφικής υπόθεσης με μεγάλο ενδιαφέρον. Εξάλλου, είναι γνωστό πως: “Πολλά γράφονται που δε γίνονται, και πολλά που γράφονται, αλλά δε γίνονται”.
Σκέφτομαι… Και κατέληξα! Δεν θα σας κουράσω. Απλά, συνειδητοποίησα ότι έχω μπροστά μου μία ευκαιρία. Να συστηθώ! Να μιλήσω σε δύο τρεις αράδες για τον εαυτό μου, για το επάγγελμά μου, που δεν έχει καμία σχέση πια με το λειτούργημα που η δική μας γενιά μεγάλωσε έχοντας τη δημοσιογραφία ως τέτοια στο μυαλό μας.
Λοιπόν, αγαπητέ φίλε αναγνώστη… Τώρα που το σκέφτομαι, μπορώ να ομολογήσω, χωρίς ενοχή (άλλωστε οι καλοί φίλοι, ή οι συνάδελφοι που κατά καιρούς μου πρόσφεραν επαγγελματικές ευκαιρίες, το γνώριζαν καλά) ότι ουδέποτε ήμουν σπουδαίος ρεπόρτερ. Στα κείμενά μου, όχι συχνά θα διάβαζες κάποιο αποκλειστικό θέμα…
Θα μπορούσα να σου γράψω ότι είναι θέμα ικανότητας. Δεν το έχω ρε αδελφέ. Δεν είμαι όμως, μόνο αυτό. Πίσω από τη δεδομένη αναξιότητα, κρυβόταν και κάτι άλλο, βαθιά …”ασπρουλίστικο”, που θα έλεγε ο Σίλι, ή ο Σωτ και ο Παπ.
Μεγάλωσα σε αποδυτήρια ξέρεις. Από τα 11 κιόλας, αυτή η μυρωδιά είχε γίνει η πιο γνώριμη της οσφριστικής ικανότητάς μου. Αυτή την έντονη, την παράξενη, την όχι εύοσμη, αλλά ούτε δύσοσμη αύρα που ξεβράζει αυτός ο χώρος, όταν τολμήσεις να ανοίξεις την πόρτα… Την οσμή του ιδρώτα, που ποτίζει τον ατμό του ζεστού νερού, εμπλουτισμένο με λίγο από φαρμακευτικά είδη (θερμαντικές, αλοιφές παντός είδους, tape κτλ κτλ)…
Μοιράστηκα τα ίδια αποδυτήρια με τον Νίκο Γκάλη, τον Στόγιαν Βράνκοβιτς, τον Αριαν Κόμαζετς, τον Γκέκο, τον Παπαπέτρου, τον Αντόνιο Ντέιβις, τον Ντέιβιντ Στεργάκο, τον Σκοτ Ροθ, τον Εντγκαρ Τζόουνς, τον Μηριούνη, τον Οικονόμου, τον Αλβέρτη… Κι αργότερα, με τον Καλαφατάκη, τον Σταυρακόπουλο, τον Φλώρο, τον συγχωρεμένο τον Πετράν, τον Λιβέρη Ανδριτσο, τον Καλαμπόκη, τον Γκαγκαλούδη, τον Κανταρτζή, τον Στεφανίδη…
Έμαθα… Περνώντας ώρες στα αποδυτήρια και στο γήπεδο, διδάχθηκα, ότι η ομάδα είναι πιο ιερή λέξη μετά την οικογένεια. Πολλές φορές είναι συνώνυμη της οικογένειας. Διδάχθηκα τι σημαίνει να περνάς δύσκολες στιγμές ως “οικογένεια”. Να χάνεις, να νικάς, να κλαις, να χαίρεσαι. Να περνάς ώρες με τους συμπαίκτες σου. Να αποδέχεσαι την παρουσία και τα ελαττώματά τους. Να κοπανιέσαι μαζί τους, να αγκαλιάζεσαι ενώνοντας τα χέρια σου με τα δικά τους. Να περνάς ώρες στα αποδυτήρια, συζητώντας για οποιαδήποτε μαλακία μπορείς να φανταστείς. Να “κουρνιάζεις” εκεί στον πάγκο, δίπλα στους άλλους, έχοντας άρνηση να βγεις στο γήπεδο για να προπόνηση επειδή έκανε ψοφόκρυο. Όλο αυτό περιγράφεται με μία λέξη: Χημεία!
Μη στα πολυλογώ όμως. Αισθάνομαι ότι ξέφυγα ήδη. Ήταν θέμα ανικανότητας, μα και αρχής η “αποτυχία μου” να γίνω κορυφαίος ρεπόρτερ. Η μοίρα το έφερε έτσι, ώστε ανώνυμοι συμπαίκτες, να εξελιχθούν σε διεθνείς, σταρ, σπουδαίες προσωπικότητες. Ανά πάσα στιγμή, είχα τη δυνατότητα να καλέσω αυτούς στο τηλέφωνο, να μάθω τα πάντα.
Είχα άρνηση… Πως θα μπορούσα, ως δημοσιογράφος πια, να τηλεφωνήσω σε κάποιον, όσο κι αν με εμπιστευόταν, να τον ρωτήσω τι συνέβη στο “σπιτικό” του, στα αποδυτήριά του, στην οικογένειά του.
Ακόμα και σε παίκτες όμως, με τους οποίους δεν είχα επαγγελματική συνεργασία… Κάθε ερώτηση τέτοιου περιεχομένου θα ήταν σαν να διαγράφω τον ίδιο τον εαυτό μου, τις αρχές μου, τα πιστεύω μου, την κληρονομιά που (σαν φυλαχτό κρατώ) μου έδωσε ο αθλητισμός, το μπάσκετ.
Αν ρωτούσα τον “φίλο μου” θα τον έφερνα σε δύσκολη θέση. Θα πρόδιδα τη φιλία μας.
Αν ρωτούσα κάποιον “γνωστό” και μου απαντούσε, θα ήξερα ότι έχω βρει μία πηγή. Ταυτόχρονα όμως, θα έπρεπε αυτόν τον άνθρωπο να τον διαγράψω από την ψυχή μου κα δυστυχώς ή ευτυχώς, αρνούμαι να έχω σχέσεις με ανθρώπους που απογοητεύουν την ψυχή μου, έστω κι αν η δική τους “προδοσία” θα απογείωσε τη δική μου δουλειά.
Για ποιο γαμημένο λόγο, κάποιος παίκτης, να μοιραστεί με έναν δημοσιογράφο τι συνέβη μέσα στα αποδυτήρια, μέσα στο σπίτι του… Τι προσδοκά αυτός από τον δημοσιογράφο με την προδοσία του απέναντι στην ομάδα… Ότι κι αν είχε στο μυαλό του, δε θα μου έκανε. Τη μία μέρα θα μπορούσα να έχω ένα θέμα και την επόμενη θα έπρεπε να διαγράψω αυτόν τον άνθρωπο από το μυαλό μου.
Προς Θεού, δεν κατακρίνω συναδέλφους που το κάνουν… Είναι η δουλειά τους και τους τιμώ. Απλά, εγώ δυστυχώς δε μπορούσα. Και το κατάλαβα σχετικά νωρίς.
Προτίμησα να ασχοληθώ με τα πρόσωπα. Τις φιγούρες, τις ιστορίες τους, τα κατορθώματά τους. Για αυτό και σήμερα, εκτός της δημοσιογραφικής ιδιότητάς μου, έχω και την MVPublications. Τα βιβλία που εκδίδω.
Οι φιγούρες και οι προκλήσεις που γέννησαν στο μυαλό μου στην ιδέα ότι τους έχω απέναντι και τους κάνω ερωτήσεις για να διεισδύσω πιο βαθιά στην ψυχή τους, με γοήτευαν. Κάπως έτσι βρήκα το δρόμο μου. Ήμουν έτοιμος να κάνω τα πάντα για να πετύχω μία καλή συνέντευξη. Να βρω έναν …εξαφανισμένο, να είμαι ο πρώτος που θα πάρει δηλώσεις από κάποιον μεταγραφικό στόχο των ελληνικών ομάδων.
Μαζί με τον Θέμη Καίσαρη (sport24.gr σήμερα), στήσαμε καραούλι και περιμέναμε 5 ώρες έξω από το σπίτι του, τον απόλυτο καλλιτέχνη του παρκέ, τον Ουίλι Αντερσον για να του κάνουμε συνέντευξη πριν το Φάιναλ Φορ της ΑΕΚ το 1998 στη Βαρκελώνη.
Ξενύχτια ολόκληρα για ένα τηλέφωνο, ένα “hi”, μία κουβέντα.
Όμως, εδώ και χρόνια, παρότι η συνομιλία με τον Στεφάν Λάσμε πριν 4 χρόνια (την πρώτη φορά που τον συνάντησα στη ζωή μου), μου χάρισε ένα βραβείο του ΠΣΑΤ, η συνέντευξη του Νίκου Ζήση στον Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο, το 2006, είναι αυτή που δε θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου. Μα ποτέ όμως. Η καρδιά μου ποτέ δε χτύπησε πιο δυνατά. Τα νεύρα μου ποτέ δεν τσιτώθηκαν περισσότερο. Η καρδιά μου ποτέ, δε ζορίστηκε όπως τότε.
Με είχε στείλει η ΕΡΤ στο Τρεβίζο για ένα μεγάλο αφιέρωμα στον Νίκο Ζήση που τότε αγωνιζόταν στην Μπένετον. Το Τρεβίζο είναι μία μικρή πόλη. Και τα ξενοδοχεία όχι πολυάριθμα.
Μπορώ να γράφω χιλιάδες λέξεις. Αλλά θα είμαι συνοπτικός. Μία μέρα μετά την άφιξή μου, ένας ταξιτζής με ενημερώνει ότι στο δικό μου ξενοδοχείο, αργότερα, θα κατέφθανε η αποστολή της Γιουβέντους, που τότε αγωνιζόταν στη Serie B’. Θα αντιμετώπισε την Τρεβίζο. Κόπηκα στα δύο. Η επαγγελματική συνείδησή μου έλεγε ότι πρέπει κάτι να κάνω. Δεν ήξερα τί, αλλά έπρεπε. Έπρεπε να σκεφτώ κάτι. Και το σκέφτηκα, ώρες αργότερα, όταν ο Νίκος Ζήσης ήρθε στο ξενοδοχείο μου για να μιλήσουμε, μετά από ώρες γυρισμάτων…
Του επέτρεψαν να μπει στο ξενοδοχείο, επειδή ήταν ο …Ζήσης. Αμέτρητοι φουσκωτοί, έξω από την είσοδο του ξενοδοχείου απαγόρευαν σε οποιονδήποτε μη ένοικο του κτιρίου να πλησιάσει.
Αναγνώρισαν τον Νίκο και τον άφησαν.
“Νίκο” του είπα μερικά λεπτά αργότερα. “Με όλο το σεβασμό που ξέρεις ότι σου έχω, πως θα σου φαινόταν να κάνεις μία συνέντευξη στον Αλεσάντρο ντελ Πιέρο;”.
Γελάω τώρα που το σκέφτομαι. Πως τόλμησα; Τέλος πάντων! Ο Νίκος, προς τιμήν του, ήταν πρόθυμος να κάνει τα πάντα για το ίνδαλμά του, τον Μέγα Αλέξανδρο του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Ωραία! Τα συμφωνήσαμε. Το μόνο που έλειπε ήταν να μιλήσω στον Ντελ Πιέρο για το σχέδιό μου. Μικροπράγματα. Στο σαλόνι του ξενοδοχείου έκανε παρέλαση όλη η Γιουβέντους. Μπουφόν, Τρεζεγκέ, Ντελ Πιέρο, Νέντβεντ, Καμορανέζι, Ζαλαγιέτα… Όλοι. Απλωμένοι οι περισσότεροι από αυτούς στους καναπέδες τριγύρω. Τόσο κοντά, όσο και μακριά. Ήταν απλησίαστοι. Δε φαντάζεστε εκείνο το βράδυ τι περνούσε από το μυαλό μου. Ίντριγκες, μηχανορραφίες, συνωμοσίες. Μέχρι και τον Αντρέα Μπερνάρντι (είχε παίξει μερικούς μήνες πριν βόλεϊ στον Ολυμπιακό), προσπάθησα να στρατολογήσω ώστε ο Ντελ Πιέρο να γνωρίσει το αίτημα (αρχικά) και στη συνέχεια να το αποδεχτεί. Οι ώρες περνούσαν… Κυριολεκτικά όμως! Ώρες! Ατελείωτες. Και ο Νίκος Ζήσης (τον οποίο θα ευχαριστώ σε όλη τη ζωή μου για την ανοχή του εκείνο το βράδυ) δίπλα, αγόγγυστα να ανέχεται τη δική μου φιλοδοξία. Τα τηλέφωνα είχαν σπάσει.
Μετά από περίπου 4 ώρες αναμονής, ο υπεύθυνος Τύπου της Γιούβε, κατέβηκε από τη σκάλα… Ήταν ο πρώτος στον οποίο είχα κοινοποιήσει το αίτημα. Κι αυτός που με αγνοούσε περισσότερο στην περίοδο της 4ωρης αναμονής. Τέσσερις ολόκληρες ώρες. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα, ακούστηκε η πιο γλυκιά μελωδία… “Ο Αλεσάντρο είναι έτοιμος να σας υποδεχτεί”…
Δεν υπήρχε αυτό που ένιωσα. Εύχομαι σε όλα τα νέα παιδιά, που θέλουν να ακολουθήσουν το ίδιο επάγγελμα, να νιώσουν έστω και μία φορά έτσι.
Ακόμα και σήμερα πιστεύω ότι ο Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο είναι ο πιο cool σούπερ σταρ που έχω γνωρίσει. Ο κορυφαίος όλων. Δείτε το βίντεο και θα καταλάβετε.
Αυτός ο άνθρωπος έστησε το τηλεοπτικό θέμα της χρονιάς… Ο πρωταθλητής Ευρώπης στο μπάσκετ, έπαιρνε συνέντευξη από τον Παγκόσμιο πρωταθλητή στο ποδόσφαιρο. Κι αυτό θα προβαλλόταν, όχι στο BBC, ή στο ESPN, αλλά στην ΕΡΤ!
Μία συνέντευξη που κατέληξε με τον Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο να λέει στον Νίκο Ζήση…
“Τώρα που τελειώσαμε, θέλω να μου δώσεις ένα αυτόγραφο. Είμαι θαυμαστής σου”.
Κι αυτό το έζησα. Και δε θα το ξεχάσω ποτέ.”