Tuesday, October 15g-point.gr

Το …μυστικό μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ του 2009

«Έχω κάτι για σένα, αλλά θέλω να μείνει μεταξύ μας. Δεν θα μάθει κανείς τίποτα. Ούτε ο καρπουζοκέφαλος».
Η Εθνική μπάσκετ έχει μόλις κατακτήσει το τελευταίο της μετάλλιο, νικώντας την Σλοβενία στον μικρό τελικό του Ευρωμπάσκετ της Πολωνίας κι άπαντες, με τα μετάλλια κρεμασμένα στο λαιμό, μπαίνουν στο πούλμαν για την επιστροφή στο ξενοδοχείο. Το πάρτι είχε ήδη ξεκινήσει, αλλά πριν προλάβω να βολέψω το λαπ τοπ και το μπουφάν στο κάθισμα, νοιώθω την σκιά του Γιώργου Κολοκυθά από πάνω μου.


«Να ξέρεις ότι όλοι σας βοηθήσατε όσο περισσότερο μπορούσατε για να πάρουμε το μετάλλιο. Κι ο αρχηγός οφείλει να τα βλέπει και να τα αναγνωρίζει αυτά», ξεκινάει να λέει ο θρυλικός «Μύτος», έχοντας δώσει κι έναν ελαφρώς συνωμοτικό τόνο στην (βγαλμένη από το «Γεράκι της Μάλτας» του Χιούστον, με πρωταγωνιστή τον Μπόγκαρτ) χαρακτηριστική βαριά, αργή κι επιβλητική ομιλία του. Μου κάνει σινιάλο να καθίσω στο μπροστινό κάθισμα και ακολουθεί ο εξής μεταξύ μας διάλογος:
Γ.Σ.: Ωραία, όπως τα λες είναι. Όλοι μέσα σε αυτό το πούλμαν, ο καθένας απ’ το πόστο του, προσέφεραν κάτι. Το μυστικό, που είναι τόσο μεγάλο που δεν πρέπει να το μάθει ούτε ο πατέρας μου (σ.σ. ο Κολοκυθάς συνήθιζε να αποκαλεί καρπουζοκέφαλο τον Φίλιππο, όταν ήθελε να τον πειράξει) τι σχέση έχει με όλα αυτά;
Γ. Κ.: Βιάζεσαι. Και όταν βιάζεσαι, συνήθως χάνεις κάτι απ’ αυτά που είπε ο συνομιλητής σου
Γ.Σ.: Μου φαίνεται ότι δεν σου φτάνει να χαζεύεις απολαμβάνοντας το πούρο σου αυτούς εδώ που κάνουν σαν μουρλοί. Για να χαλαρώσεις ακόμα περισσότερο, αποφάσισες να καυλαντίσεις κι εμένα
Γ.Κ.: Ο αρχηγός δεν μιλάει ποτέ στην τύχη. Είπα ότι όλοι εδώ μέσα έδωσαν κάτι. Σωστά;
Γ.Σ.: Σωστά
Γ.Κ.: Είπα όμως και κάτι ακόμα που απ’ ότι φαίνεται δεν το σημείωσες
Γ.Σ.: Ναι. Είπες ότι είναι καθήκον σου ως επικεφαλής να φροντίσεις να επιβραβευτούν όλοι εδώ μέσα. Θα σου πω κάτι. Υποκλίνομαι στην ικανότητά σου να με ψαρώνεις. Να πάω τώρα να κάνω χαβαλέ με τους άλλους;
Γ.Κ.: Όχι, κάτσε εδώ μαζί μου. Είσαι το γραφείο Τύπου της ομάδας κι έκανες κι εσύ δουλειά. Χρήματα ούτως ή άλλως δεν παίρνεις, το κάνεις όπως και ο πατέρας σου αμισθί. Εγώ όμως σκέφτηκα κάτι άλλο. Μην με ρωτήσεις πως και γιατί, έχω ένα μετάλλιο παραπάνω. Ο Φίλιππος δεν είχε πάρει ούτε το 2005, ούτε το 2006. Ούτε περίσσευε κάποιο, ούτε νομίζω ότι τον ένοιαζε και πολύ. Θέλω να το πάρεις αυτό εδώ και να το δώσεις μια μέρα στα παιδιά σου, όταν εγώ κι εκείνος δεν θα είμαστε πλέον ζωντανοί.
Τον παρατηρώ μάλλον απορημένος όσο ανοίγει την τσάντα του για να βγάλει το… μυστικό μετάλλιο και μένω σιωπηρός.

 

Γ.Κ.: Τι έπαθες και με κοιτάς σαν να βλέπεις κάτι περίεργο; Ορίστε, δικό σου. Βάλε το στην τσάντα
Γ.Σ.: Τελικά κατάφερες να γίνεις πάλι πρώτος μάγκας. Είμαστε που είμαστε μέσα στην τρέλα μετά τα όργια του Σόφο (σ.σ. στον μικρό τελικό ο Σχορτσανίτης είχε κάνει μία από τις 2-3 σπουδαιότερες εμφανίσεις της καριέρας του, ίσως πληρέστερη κι από εκείνο στον ημιτελικό του ’06 με τους Αμερικάνους), με αυτό εδώ τώρα είναι βέβαιο ότι θα θυμάμαι αυτή την ημέρα για όλη μου τη ζωή
Και πράγματι, παρότι έχουν πλέον περάσει 10 χρόνια, την θυμάμαι ακόμα σαν να ήταν χθες. Κι αυτή και πολλές άλλες από εκείνο το όμορφο ταξίδι στην Πολωνία. Οι περισσότερες έχουν σε πρώτο πλάνο αυτή τη μυθική φιγούρα του ελληνικού μπάσκετ.

Οι παλιοί λένε ότι μέχρι να εμφανιστεί ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, ο Κολοκυθάς ήταν ο πιο προικισμένος που είχε βγει ποτέ από το ελληνικό «εργοστάσιο» παραγωγής μπασκετμπολιστών (ο Γκάλης έμαθε κι εξέλιξε τα μυστικά της πορτοκαλί Θεάς στις ΗΠΑ). Θεωρούν ότι διέθετε περισσότερο ταλέντο τόσο απ’ τα υπόλοιπα ιερά τέρατα της εποχής του, όπως ο Γιώργος Αμερικάνος, ή ο διάδοχός του… και στην τρέλα, Βασίλης Γκούμας, όσο και από τον Γιαννάκη, τον Φάνη και τους σύγχρονους. Με τους τελευταίους (Παπαλουκάς, Διαμαντίδης, Σπανούλης) η αλήθεια είναι ότι βρίσκω την σύγκριση ανεδαφική, αφού το μπάσκετ άλλαξε ριζικά μέσα στις τρεις δεκαετίες που τους χωρίζουν, όμως ο Ιωαννίδης επιμένει. Ο «Μύτος» ήταν, λέει ο «ξανθός», πληρέστερος και συνολικά ανώτερος ως σκόρερ ακόμα και από τον μεγαλύτερο «κίλερ» από τους τρεις (Σπανούλης) και παράλληλα διέθετε τον ηγετικό χαρακτήρα που είχαν κι εκείνοι.


Αυτός ο υπερπαίκτης, που έζησε μια ζωή όσο μεσουρανούσε στα γήπεδα σαν του Τζορτζ Μπεστ, ήταν ο ιθύνων νους της αναδόμησης της Εθνικής ομάδας στα μέσα της δεκαετίας του 2000. Οι βάσεις για την δημιουργία της «χρυσής γενιάς του 2005» μπήκαν όταν ο Γιώργος Βασιλακόπουλος του έδωσε εν λευκώ το πράσινο φως να καθορίσει τη ρότα του καραβιού, έχοντας στο πλευρό του τον Παναγιώτη Γιαννάκη να κρατάει το τιμόνι.
Ο «Δράκος» λειτούργησε με μεθοδικότητα, υπομονή, αλλά και μαεστρία στα δύσκολα, παίρνοντας το 100% από το πλούσιο ταλέντο των παικτών του. Εκείνοι με τη σειρά τους, πέρα από την ικανότητα τους στο παρκέ, πρόσφεραν και την ψυχή τους. Ο Κολοκυθάς είχε να λέει ότι άπαντες, ακόμα και οι πιο ατίθασοι όπως ο Σοφοκλής και ο Μπουρούσης έβαζαν την ομάδα πάνω από το εγώ τους και πάντα του άρεσε να φέρνει ως παράδειγμα τέτοιες δύσκολες περιπτώσεις.
Θα κλείσουμε αυτό το γράμμα από το παρελθόν με μία από τις πιο χαρακτηριστικές ιστορίες που αναδεικνύουν την επίδραση του Γιώργου Κολοκυθά σ’ εκείνη την ομάδα, όπως την διηγούταν εκείνος, ως άλλος… Χάμφρι Μπόγκαρτ:
«Όταν έπεισα τον «Δράκο», που είχε 1000 δίκια με όσα είχαν συμβεί με τον Σοφοκλή το 2006, να μην τον κόψει αλλά να τον κρατήσει για δωδέκατο, έλεγα μέσα μου πως μπορεί να είναι ένα ιδιαίτερο παιδί, πες μια δύσκολη περίπτωση, αλλά έχει καλή ψυχή και φιλότιμο. Δεν γίνεται λοιπόν, έστω ένα μεγάλο παιχνίδι θα το κάνει. Και το έκανε με τους Αμερικάνους».

 

G Point